Γράφει η Βάγια Τσιώλη.
Κάθε φορά που διαβάζω ανάγνωσμα σχετικό με το προσφυγικό και την απειλή που αντιμετωπίζει η Ελλάδα να φύγει από τη Σένγκεν (και γενικώς) κάνω την εξής σκέψη: Η ιστορία του ελληνικού λαού – από τα υστεροβυζαντινά χρόνια και μετά – είναι ιστορία ενός λαού που αντιμετωπίζει απανωτές κρίσεις, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές. Η κρατική εξουσία δε στο νεοσύστατο ελληνικό βασίλειο ήταν ξενικής προέλευσης, με αποτέλεσμα ο ελληνικός λαός, έχοντας ήδη ένα ιστορικό παρελθόν αποστροφής σε συγκεντρωτικές μορφές κρατικής εξουσίας και εθισμένος σε μορφές (λιγότερο ή περισσότερο) άμεσης συμμετοχής στα κοινά, να είναι εχθρικά διακείμενος και να νιώθει «ξένο σώμα» το κράτος και μάλιστα διαχρονικά, μια και ο ξένος δάκτυλος ήταν διαρκώς παρών στη διαμόρφωση της πολιτικής του νέου ελληνικού κράτους.
Επομένως, τι κοινό έχουμε οι Έλληνες με τους Δυτικούς αποικιοκράτες; τι κοινό με τους λαούς που έχουν υποστεί και υφίστανται τις επιπτώσεις της δυτικής αποικιοκρατικής πολιτικής τότε και του δυτικού νεοφιλελευθερισμού τώρα;
Δεν είναι μόνο η αδυναμία φύλαξης των θαλάσσιων συνόρων μας, ενίοτε και οφειλόμενη σε δυσλειτουργία της κρατικής μηχανής, που δεν αντιμετωπίζουμε κατασταλτικά το προσφυγικό, δεν είναι μόνον οι διαφορετικές ιστορικές καταβολές. Είναι κάτι πολύ περισσότερο: δεν έχουμε την ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ για να δράσουμε κατά των προσφύγων, όπως το απαιτούν οι Δυτικοί κι όπως το έχουν ιστορικά εφαρμόσει οι ίδιοι (πρβλπ την αδιάφορη ως εχθρική στάση του συμμαχικού στόλου στο λιμάνι της Σμύρνης απέναντι στα απελπισμένα κύματα των Ελλήνων προσφύγων που έτρεχαν να σωθούν από την οργή του κεμαλικού στρατού).
Δεν ξέρω, αν οι διαφορές μας με τους άλλους Ευρωπαίους είναι καλό ή κακό. Ξέρω όμως ότι είναι διαφορετικό. Είμαστε διαφορετικοί. Αυτοί είμαστε, αυτή είναι η ιστορία μας. Ας ανατρέξουμε στις σελίδες της λοιπόν κι ας τη γνωρίσουμε. Ας γνωρίσουμε επιτέλους τον εαυτό μας. Κι ας τον αποδεχτούμε. Κι αυτό ας γίνει η βάση, για να μπορέσουμε να βγούμε κάποια στιγμή από την κρίση αυτή.